Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Το Πάσχα της καρδιάς μου...

Αυτή την ανάρτηση την γράφω για μένα. Είναι αρκετά μεγάλη και ίσως την βρείτε κουραστική. Μή με παρεξηγήσετε - δεν με ενδιαφέρει...

Και αυτό γιατι μέρες τώρα νιώθω την επιτακτική ανάγκη να αναβιώσω το Πάσχα της παιδικής μου ηλικίας, το Πάσχα που - λανθασμένα το ξέρω - νιώθω σαν να μου το έχει "στερήσει" κάποιος εδώ και αρκετά χρόνια. 

Ακριβώς για αυτόν τον λόγο θέλω να το καταγράψω... γιατί με αυτόν τον τρόπο θα μπορώ να το κάνω ξανά δικό μου και να το αναβιώσω. Και πολύ λυπάμαι που τα παιδιά μου δεν θα ζήσουν τέτοιο Πάσχα. Και πολύ μα πολύ μου λείπει το χωριό μου. Και απίστευτα πολύ μου λείπουν η γιαγιά μου και ο παππούς μου. Και οι μέρες με τους θείους, τις θείες και τα ξαδέρφια μου. Όλο τον χρόνο να μη βρισκόμασταν είχαμε πάντα το Πάσχα. Και αυτό ήταν.. πώς να το πώ... παρηγορητικό.

Μη νομίζετε... απο τότε που έφυγε ο παππούς μου κάνουμε Πάσχα στην Αθήνα. Και περνάμε πολύ ωραία. Ειλικρινά. Απλά δεν είναι το Πάσχα στο χωριό. Ίσως να είναι που με τη δουλειά δεν πάω εκκλησία και έτσι δεν νιώθω τις Άγιες μέρες. Ίσως να είναι που μεγάλωσα. Πολλά ίσως...

Το χειρότερό μου είναι πως ΔΕΝ μπορώ να το ξαναζήσω ποτέ. Γιατί το Πάσχα, οι αναμνήσεις, οι μυρωδιές, οι ήχοι, οι γεύσεις - όλα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τους ανθρώπους. Και μια και ούτε η γιαγιά ούτε ο παππούς αλλά και ούτε άλλοι πολλοί αγαπημένοι δεν είναι πια μαζί μας απλά δεν μπορεί να επαναληφθεί. Κρίμα, πολύ κρίμα...

Τέλος πάντων...

Σάββατο του Λαζάρου/ Κυριακή των Βαϊων καταφθάναμε στο χωριό μας για να γιορτάσουμε το Πάσχα. Η ανυπομονησία με κυρίευε θυμάμαι απο την στιγμή που έβλεπα απο μακριά το καμπαναριό της εκκλησίας του χωριού - αυτό το καμπαναριό που βοήθησε ο παππούκας μου να χτιστεί με τα χέρια του και αυτό το καμπαναριό που μέχρι πρόσφατα είχε πάντα στην κορυφή του μια φωλιά πελαργού.  

Ατέλειωτα τα λεπτά μέχρι να μπούμε στο χωριό... και έπειτα τα κορναρίσματα που υποδήλωναν τον ερχομό μας και η γιαγιά με τον παππού να βγαίνουν στην εξώπορτα να μας καλωσορίσουν. Ακόμα ακούω τον ήχο της γκαραζόπορτας που ανοίγει...

Μετά χαμός! Φιλιά, αγκαλιές, οι θείοι και οι Θείες, να χαιρετάω απο μακριά τους γείτονες, να βγάζουμε τις βαλίτσες, η αντάμωση με τα ξαδέρφια μου - ο τόσος υπέροχος ενθουσιασμός!!!

Πάντα είχα την αίσθηση πως έφτανα σπίτι - ίσως γιατι είχα απέραντη αδυναμία στην γιαγιά μου την Λενιώ και τον παππού μου τον Μιχάλη.

Το σπίτι στο χωριό είναι στην ουσία δύο σπίτια: το κάτω και το πάνω. Η γιαγιά και ο παππούς απο κάποια στιγμή και έπειτα μέναν μόνο στο κάτω και εμείς (η οικογένεια μου και η οικογένεια του Θείου μου) μέναμε στο πάνω. Στο ένα δωμάτιο η θεία μου, ο θείος μου και ο ξάδερφός μου ο Μιχάλης, στο άλλο οι γονείς μου με την αδερφή μου την Λένα, και στο τρίτο εγώ με τις δυο μου ξαδέρφες την Ελένη και την Τίνα... ωραίες στιγμές.

Πρώτη δουλειά να βγάλουμε τις λαμπάδες μας και να δούμε ποιά έχει την πιο όμορφη. Μετά τις ακουμπούσαμε πάνω στο ψυγείο οπου μας περίμεναν καρτερικά να τις κατεβάσουμε το Μεγάλο Σάββατο. Δίπλα τους τα σοκολατένια αυγά.

Αφού βλέπαμε λίγο τους συγγενείς μας αμέσως το μυαλό μας στην βόλτα! Ντυνόμασταν, φτιαχνόμασταν και "μη τις είδατε" που λένε... Βόλτα στους δρόμους του χωριού - ντάλα ο ήλιος αλλα εμείς χαμπάρι - μπάς και δούμε τους φίλους μας αλλα και για να "πέσει σύρμα" πως καταφθάσαμε (ναι ήμασταν και ολίγον ψωνάρες).

Στο δρόμο συναντούσαμε διάφορες "θείες" που μας γνώριζαν αν και εμείς όχι και τόσο... Και αν δεν ήταν σίγουρες μας κάναν την απόλυτη ερώτηση "εσύ ποιανού είσαι"? Δώστου πάλι φιλιά και αγκαλιές (ξέρετε αυτές που σε τραβάνε οι θείες λίγο απότομα και μετά σε φτύνουν και λίγο και καλά για να μή σε ματιάσουν) και αποχαιρετιόμασταν με την ευχή "καλό Πάσχα να'χουμε". Η ξαδέρφη μου η Ελένη όλο με κορόιδευε που το έλεγα αυτό...

Την Μεγάλη Εβδομάδα πάντα πηγαίναμε στην εκκλησία το απόγευμα. Όχι με το που χτύπαγε η καμπάνα - όσο μπορούσαμε το καθυστερούσαμε - αλλα πηγαίναμε. Ο παππούς μας - αρχοντάνθρωπος σωστός - ήταν επίτροπος στην εκκλησία και απο την ίδια θέση κάθε φορά μας υποδεχόταν με  καμάρι... Πόσο μου λείπει αυτό το βλέμμα όλο αγάπη και περηφάνια... Πόσο μου λείπει αυτός ο άνθρωπος...

Το "πάρτυ" όμως άρχιζε απο την Μεγάλη Πέμπτη και έπειτα...

Πρώτα απο όλα θυμάμαι πως και εγώ με την αδερφή μου αλλα και οι ξαδέρφες μου είχαμε συγκεκριμένα - ολοκαίνουργια παρακαλώ- συνολάκια που θα φορούσαμε την Μεγάλη Πέμπτη, την Μεγάλη Παρασκευή, το Μεγάλο Σάββατο και την Κυριακή του Πάσχα.

Μεγάλη Πέμπτη
Πιο μικρές συνήθως κοινωνούσαμε το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης.

Αυτή τη μέρα συνήθως ερχόντουσαν και οι γονείς μας, μια και λόγω δουλειάς δεν καθόντουσαν όλη την Μεγάλη εβδομάδα μαζί μας. Η θεία μου η Ρένα έφερνε και τα τσουρέκια της που τα βάζαμε σε περίοπτη θέση δίπλα στα κόκκινα αυγά της γιαγιάς.   

Την Μ. Πέμπτη έκανε και την εμφάνισή του το αρνί μας το οποίο και το κρέμαγε ο παππούς μου απο ένα τσιγκέλι στην αποθήκη μας - η οποία και ήταν καλύτερη απο σαλόνι θέλω να σας πώ μια και η καρδιά του σπιτιού χτύπαγε εκεί.

Το απόγευμα, καθώς διαβάζονταν τα 12 Ευαγγέλια, καθόμασταν έξω απο την εκκλησία, μπροστά στην παλιά ταβέρνα της Θείας μου της Γιούλας, και μιλάγαμε με τα άλλα παιδιά. 

Και μετά το στόλισμα του επιταφίου... μυρωδιές, λουλούδια, κατάνυξη.  

Μεγάλη Παρασκευή
Την Μεγάλη Παρασκευή δεν τραγουδάνε και δεν χασκογελάνε γιατι έχουμε πένθος. Ε, ήταν σαν να λέγανε σε εμάς τα παιδιά να κάνουμε ακριβώς αυτό. Δεν το κάναμε επίτηδες- αλλα ειλικρινά το τί καλή διάθεση είχαμε την Μ. Παρασκευή το πρωί και το τί αστεία μας ερχόντουσαν στο μυαλό εμάς των ξαδερφάδων δεν λέγεται.

Κλασικό μενού γιαγιάς Λενιώς την Μεγάλη Παρασκευή ήταν μακαρόνια (χωρίς λάδι) με κέτσαπ και πατάτες βραστές με ντομάτες (και μπόλικο αλάτι και ξύδι μπάς και νοστιμέψουν). Και ψωμί, πολύ ψωμί, ζυμωτό και πεντανόστιμο απο τον περίφημο φούρνο του Νικηφόρου.

Καμιά φορά εμείς οι μικρότεροι - εφόσον βέβαια είχαμε κοινωνήσει την Μεγάλη Πέμπτη - "κλέβαμε" λίγο και τρώγαμε πατάτες τηγανητές. Αλλα μέχρι εκεί.  

Και πάντα, αλλα πάντα όμως, μας έπιανε μια μανία να πάμε στον "Κολωβελόνη" - τον ιδιοκτήτη του Μίνι Μάρκετ - να πάρουμε παγωτό. Τελικά συμβιβαζόμασταν με καμιά γρανίτα (αυτές που τις πιέζεις και βγαίνουν λίγο λίγο) και καλή μας ήταν.

Και μετά ο επιτάφιος. Άν εξαιρέσεις πως είχαμε μια κάποια τσαντίλα που δεν μπορούσαμε να γίνουμε μυροφόρες (γιατι τα ντόπια κορίτσια μπορούσαν μόνο) ο επιτάφιος πάντα ήταν για μένα μια πολύ όμορφη εμπειρία. Απλά θυμάμαι πως φοβόμουν λίγο μη σταματήσει η μπροστινή μου απότομα και της βάλω φωτιά στα μαλλιά (ή ακόμα χειρότερα μη μου βάλουν εμένα φωτιά). Μια φορά παρα τρίχα γλυτώσαμε το κακό!      

Η γιαγιά μου η Λενιώ δεν μας ακολουθούσε ποτέ γιατι την πόναγαν τα πόδια της αλλα πάντα ήταν στην καγκελόπορτα όταν πέρναγε ο επιτάφιος έξω απο το σπίτι μας και πάντα είχε ενα πιατάκι με καρβουνάκι έξω απο το σπίτι. Το σπίτι μας -ολόφωτο μια και θα πέρναγε ο Κύριος απο μπροστά - έλαμπε ολόκληρο. Στα μάτια μου ήταν και είναι το πιο όμορφο σπίτι στο χωριό. Αρκετά χρόνια αργότερα έμαθα πως ο παππούς μου έλεγε στη γιαγιά μου πως έμοιαζε με "καράβι στον ωκεανό" έτσι παραλληλόγραμμο & επιβλητικό που ήταν. Απο τότε που το έμαθα αυτό μόνο έτσι το βλέπω πια το σπίτι μας... και νιώθω και εναν κόμπο στο λαιμό άλλο πράγμα...

Μεγάλο Σάββατο/ Ανάσταση
Άν δεν κοινωνούσαμε την Μ. Πέμπτη το πρωί τότε προτιμούσαμε να το κάνουμε το Μ. Σάββατο το πρωί γιατι αλλιώς θα έπρεπε και όλο το Μ. Σάββατο να μήν φάμε λάδι μέχρι το βράδυ που θα κοινωνούσαμε ΜΕΤΑ την Ανάσταση. Επίσης, απο την στιγμή που θα ξυπνούσαμε το Μ. Σάββατο το απόγευμα μέχρι και την ώρα που θα κοινωνούσαμε κανονικά ούτε νερό δεν θα έπρεπε να πιούμε, και αυτό μας έπεφτε λίγο βαρύ. 

Μόνο σε εμάς όμως γιατι ο παππούκας μου μόνο τότε κοινωνούσε: Μ. Σάββατο μετά την Ανάσταση. Όταν πια μεγάλωσα το έκανα και εγώ - λίγο γιατι ήθελα να κάνω πράγματα με τον παππού μου και λίγο περισσότερο γιατι η λειτουργία μετά την Ανάσταση είναι η μόνη λειτουργία στην οποία θέλει να παρευρίσκεται ο μπαμπάς μου και έτσι τα τελευταία χρόνια το είχαμε καθιερώσει και καθόμασταν οικογενειακώς.

Εν τω μεταξύ απο νωρίς το πρωί στο σπίτι επικρατούσε αναβρασμός μια και κάναμε τις απαραίτητες ετοιμασίες για την μαγειρίτσα και το Πάσχα. Μαρουλάκια, άνηθος και φρέσκια κρεμμυδάκια ψιλοκόβονταν με μανία και τοποθετούνταν σε μεγάλες λεκάνες. Τα εντεράκια, συκωτάκια κτλ. πλενόντουσαν και ετοιμαζόντουσαν για την μαγειρίτσα. Κόσμος έμπαινε και έβγαινε, καφεδάκια ψήνονταν ασταμάτητα, οι τελευταίες λεπτομερειες κανονίζονταν για την επόμενη, οι άντρες πέρναγαν τη σούβλα στο αρνί... σαν πολύβουο μελίσσι το σπίτι έσφυζε απο ζωή.

Απο όλα τα καινούργια μας ρούχα τα ρούχα για την Ανάσταση ήταν τα πιο όμορφα. Μπανιαρίσματα, βαψίματα, χτενίσματα όλοι ήμασταν στην τρίχα εκείνη την νύχτα. Πρώτος κατέβαινε ο θείος μου ο Γιάννης και πήγαινε κάτω και μιλούσε με τον παππού. Η σειρά που κατεβαίναμε οι υπόλοιποι δεν είχε σημασία. Αυτό που είχε σημασία, και που επαναλαμβανόταν με μαθηματική ακρίβεια κάθε χρόνο, ήταν η ξαδέρφη μου η Ελένη που κατέβαινε πάντα τελευταία. Νεύρα ο θείος μου... εμείς πάντως το διασκεδάζαμε σχετικά.

Την λειτουργία πρίν την ανάσταση δεν την παρακολούθησα ποτέ ολόκληρη... πάντα γύρω στις 11:30 πηγαίναμε στην εκκλησία σημειοστολισμένες και με τις λαμπάδες ανα χείρας και έτσι μέναμε έξω, χαιρετούσαμε τους γνωστούς μας, κοιτάγαμε να δούμε που είναι και τα αγόρια (αμ πώς) και περιμέναμε την Ανάσταση. Το Άγιο Φώς μας το δίναν εκείνοι που έβγαιναν έξω για την Ανάσταση.

Έπειτα, ο Παπαλιάς (ο Παππάς Ηλίας δηλαδή) ανέβαινε στην εξέδρα και με την βροντερή του φωνή έλεγε το Χριστος Ανέστη - και μετά μπάμ, μπούμ οι κροτίδες, δώστου τα βεγγαλικά, όλοι να δίνουμε το "φιλί της αγάπης" και να ανταλλάσουμε το Χριστος Ανέστη/ Αληθώς Ανέστη.   

Ακόμα και τώρα την ώρα της Ανάστασης ειλικρινά νιώθω ενα υπέροχο συναίσθημα ευφορίας να με κυριεύει.   

Όσοι δεν μέναμε στην λειτουργία μετά την ανάσταση - παρά το γεγονός πως κάθε χρόνο ο παπαλιάς προσπαθούσε να μας πείσει όλους να μείνουμε λέγοντας "μέχρι τη 1 και μισή θα έχουμε τελειώσει" - γυρνάγαμε σπίτι προσπαθώντας να μή μας σβήσει το Άγιο Φώς. Όταν φτάναμε κάναμε 3 φορές το σήμα του σταυρού στην κάσα της πόρτας, δίναμε φιλάκι στη γιαγιά που μας περίμενε και μας τα είχε όλα έτοιμα, και καθόμασταν να φάμε την πεντανόστιμη μαγειρίτσα και να τσουγκρίσουμε τα αυγά. Δηλαδή σχεδόν όλοι γιατι το Ελενάκι έτρωγε τσουρέκι με βούτυρο και μέλι.    

Κυριακή του Πάσχα
Πως πάει το τραγουδάκι? ... Σαν ξημερώωωωνει Κυριακή... Αχ, και απο όλες τις Κυριακές του χρόνου αυτή ήταν η αγαπημένη μου. Πρώτα πρώτα θυμάμαι που ξυπνάγαμε και τρώγαμε για πρωινό τσουρεκι με βούτυρο και μέλι. Και μετά θυμάμαι να στέκομαι στην κορυφή της σκάλας και να κοιτάω τον κάμπο να απλώνεται ανθισμένος γύρω μας. Λίγο πιο πέρα ακούγονται ομιλίες και γέλια και η μυρωδιά της τσίκνας με οδηγεί στον λάκκο με τα αρνιά. Τις καλές παλιές εποχές όλοι ήταν εκεί. Μέχρι και 10 αρνιά θυμάμαι να είναι παραταγμένα δίπλα δίπλα στον λάκκο (Λειβαδιά μιλάμε όχι αστεία). Πιο δίπλα ο θείος ο Κυριάκος που δεν ψήνει στον λάκκο γιατι έχει πάρει το τελευταίο μοντέλο της ψησταριάς - έχει και το μοτεράκι του και είναι άρχοντας :-)

Δίπλα, στη σκιά, αυγουλάκια κομμένα, μεζέδες και κρασάκι μας περιμένουν για να μας διασκεδάσουν την πείνα. Απο το κασετόφωνο ακούγονται τα πατροπαράδοτα κλαρίνα/ τσάμικα και είναι λίγο σαν να είναι όλος ο κόσμος πιο φωτεινός. Φυσικά ο χορός δεν λείπει... α, όλα κι όλα - είμαστε χορευταράδες!

Σαν να βλεπω τον παππού μου με το καπελάκι του να γυρνά την σούβλα καθισμένος σε ένα αυτοσχέδιο κάθισμα απο τούβλα και να μιλάει με τον Θείο τον Κυριάκο που του λέει πως το αρνί μας είναι πολύ μεγάλο και θα ψηνεται για ώρες (επειδή είμαστε πάρα πολλά άτομα πάντα ο παππούς μου έπαιρνε πολύ μεγάλο αρνί).

Όλη η γειτονιά κάνει το πέρασμά της... η Ζαχάρω με τον Στέλιο, ο Μπούλης, ο Τάκης με την Χαρίκλεια... είναι πολλοί μή σας κουράζω...

Η γιαγιάκα μου με την θεία την Γιούλα και την θεία την Τούλα πάνε πάνω - κάτω και μας εφοδιάζουν με μεζέδες και καλούδια. Εμείς καθόμαστε με την Βάσω, τον Νίκο, τον Στέφανο και τα παιδιά στη σκιά και μας κάνουν παρέα και άλλοι πολλοί... είμαστε μια ωραία συντροφιά...

Φυσικά ο Θείος ο Κυριάκος βγάζει πρώτος το αρνί... χα χα. Το δικό μας είναι πάντα απο τα τελευταία που ετοιμάζονται - μαζί με κάποιου άλλου που δεν θυμάμαι τώρα.  

Εμείς τα παιδιά τρέχουμε στο σπίτι να πούμε πως το αρνί είναι έτοιμο. Η μεγάλη ξύλινη σκάφη και ο μπαλτάς είναι "σε θέση" και το τραπέζι στρωμένο. Εννοείται πως είμαι δίπλα στη σκάφη και παραμονεύω για να κλέψω λίγη πέτσα. Μιαμ Μιαμ Μιαμ

Και μετά φαί - πολύ φαί. Και αστεία. Και οικογένεια. Πόσο μα πόσο ωραία οικογένεια.

Μετά ίσως να πηγαίναμε με τα πόδια για να χωνέψουμε μια βόλτα στην "Παναγία" - ενα υπέροχο εκκλησάκι λόγο πιο έξω απο το χωριό μας.

Αργότερα που μεγαλώσαμε πηγαίναμε και βόλτα στην Λειβαδιά. Η μαμά μου με τη γιαγιά συνήθως μέναν πίσω για να μαζέψουν. Στην Λειβαδιά πάμε να φάμε παγωτό στους "καταρράκτες" - βρίσκουμε τραπέζι με δυσκολία αλλα αφού βρίσκουμε δεν μας νοιάζει. Κάποιες φορές πετυχαίνουμε και τον "μάγκα" με το κλαρίνο του. Δεν πεθαίνουμε αλλα είναι φίρμα του τόπου μας!

Το απόγευμα ο παππούς πάει στην εκκλησία. Είναι η "δεύτερη ανάσταση" ή αλλίως η "αγάπη". Εμείς βγάζουμε τα στολίδια απο τις λαμπάδες μας και πάμε και αφήνουμε τα κεριά στην εκκλησία.

Η θεία μου και ο Θείος μου το βράδυ πάνε στον Λάμπρο που γιορτάζει.

Δευτέρα του Πάσχα
Η ημέρα της αποχώρησης μας συνήθως.  

Η γιαγιά και ο παππούς μας προμηθεύουν για κανα μήνα με όλα τα καλούδια: φρούτα, χόρτα, πατάτες, κιβώτια με λεμονάδες και πορτοκαλάδες, κονσέρβες - ότι μπορείτε να φανταστείτε! Και πάντα λέμε για πλάκα "άμα μας σταματήσει η αστυνομία στον δρόμο άντε να τους πείσουμε πως δεν κάνουμε παράνομο εμπόριο". 

Η θεία η Γιούλα, η θεία η Τούλα, ο θείος Κυριάκος - όλοι έρχονται να μας αποχαιρετήσουν... στη ζούλα η γιαγιά και ο παππούς μας δίνουν χαρτζιλίκι (ο κάθε ένας και καλά κρυφά απο τον άλλο)... αχ οι αγάπες μου...

Επιβιβαζόμαστε. Κατεβάζουμε με φόρα τα παράθυρα και βγάζουμε τα χέρια έξω χαιρετώντας με μανία και στέλνουμε φιλάκια... ο παππούς περνά το χέρι του γύρω απο τον ώμο της γιαγιάς και μας χαιρετούν αγκαλιά... οι άλλοι όλοι δίπλα τους μας χαιρετούν και αυτοί... κοιτάμε πίσω μέχρι να χαθούν απο τα μάτια μας.

Το πάσχα της καρδιάς μου μόλις τελείωσε.

Το ίδιο και τα χαρτομάντηλα γιατι έχω πλαντάξει στο κλάμα μιλάμε...

Ελπίζω να μή σας κούρασα. Θα μου άρεσε πολύ να διαβάσω το δικό σας "Πάσχα της Καρδιάς".

Φιλιά
Μαμά Δέσποινα

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013